Πολίτικη Κουζίνα

Τάσος Μπουλμέτης

Ελλάδα-Τουρκία, 2003

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ

ΕΙΔΟΣ

Δράμα

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

πρόσφυγας
Φυλετικές διακρίσεις
Φιλία
Αγάπη

Η ΤΑΙΝΙΑ

 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο οδηγός αυτός περιλαμβάνει διευκρινιστικές σημειώσεις, βιβλιογραφικές αναφορές και χρήσιμες προσεγγίσεις που μπορούν να λειτουργήσουν ενισχυτικά στις δραστηριότητες που σχεδιάστηκαν για τη συγκεκριμένη ταινία.

Η περιγραφή  του ιστορικού και κοινωνικού πλαισίου είναι ωφέλιμη στο να κατανοήσουν οι μαθητές τα κίνητρα και τις προθέσεις των δημιουργών. Για τον λόγο αυτό, θα βρείτε βασικές πληροφορίες που συνθέτουν το πλαίσιο της εποχής κινηματογράφησης της ταινίας, αλλά και κινηματογραφικές κριτικές που θα μπορούσαν να διανθίσουν τη διδακτική χρήση του κινηματογραφικού υλικού.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δραστηριότητες είναι κατάλληλα σχεδιασμένες ώστε να προσαρμόζονται και να εξυπηρετούν τις ανάγκες της ομάδας σας ανάλογα με το χρόνο που έχετε στη διάθεση σας.

Tips:

  1. Πριν προχωρήσετε στην υλοποίηση των δράσεων, σας προτείνουμε να περιηγηθείτε στους Οδηγούς. Θα σας φανεί ιδιαίτερα χρήσιμο στην υλοποίηση όλων των δραστηριοτήτων.
  2. H πρώτη δραστηριότητα μπορεί να συσχετιστεί με το μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και της Έκφρασης-Έκθεσης. Συγκεκριμένα, η ομάδα ερωτήσεων 1 είναι μια καλή πρακτική ώστε να συσχετίσουν οι μαθητές τα κοινά χαρακτηριστικά και μέσα που έχει η λογοτεχνία με την έβδομη τέχνη. Να κατανοήσουν, για παράδειγμα, ότι οι λογοτεχνικοί ήρωες γίνονται χαρακτήρες, τα εκφραστικά μέσα της λογοτεχνίας ( επιθετικοί προσδιορισμοί, μεταφορές, παρομοιώσεις κ.ά.) αποδίδονται μέσα από τις κινήσεις της κάμερας, οι μεταβάσεις του χώρου και του χρόνου με την κατάλληλη τεχνική μοντάζ κ.ά.
  3. Η δεύτερη δραστηριότητα  μπορεί να συνδυαστεί με την Έκφραση-Έκθεση της Β’ Λυκείου, και συγκεκριμένα με την ενότητα του σχολικού Βιβλίου «Παρουσίαση-Κριτική». Η προσπάθεια των μαθητών να κατανοήσουν,  αλλά και να απομονώσουν στοιχεία των κινηματογραφικών κριτικών θα τους βοηθήσει να εφαρμόσ ουν τις ανάλογες πρακτικές πύκνωσης λόγου.
  4. Με αφορμή την τρίτη δραστηριότητα, καλλιεργείται η έννοια της ενσυναίσθησης, ώστε να αναρωτηθούν οι μαθητές για τον τρόπο με τον οποίο θα αντιδρούσαν σε ανάλογες συνθήκες, και, κυρίως, να αναπτύξουν δεξιότητες διαπραγμάτευσης και συλλογικής λήψης αποφάσεων.
  5. Η τέταρτη δραστηριότητα μπορεί να αξιοποιηθεί από όλες τις ειδικότητες εκπαιδευτικών. Δίνει τη δυνατότητα να συζητηθούν οι αποφάσεις (χώρος και χρόνος λήψεων κ.ά.) που πρέπει να πάρει ο σκηνοθέτης ανάλογα με τα κίνητρα και τις προθέσεις του (βλ. Οδηγός: Σκηνικά).
  6. Η πέμπτη δραστηριότητα μπορεί να ξεκινήσει με μια απλή δραματοποίηση εντός της σχολικής αίθουσας, αλλά να καταλήξει σε μια ολοκληρωμένη κινηματογραφική παραγωγή, ανάλογα με τον χρόνο που έχει στη διάθεσή του ο κάθε εκπαιδευτικός. Στοχεύει να ενεργοποιήσει τη δημιουργικότητα και τη φαντασία των μαθητών!

  1. Το κινηματογραφικό πλαίσιο

Τι συμβαίνει στις αίθουσες μετά το 1990;

Έχοντας αντιμετωπίσει την εισπρακτική κρίση του δεκαετίας του ’80, ο κινηματογράφος «αποφασίζει» να ξαναφέρει τον κόσμο στις κινηματογραφικές αίθουσες. Οι πολυκινηματογράφοι είναι αυτοί που οδηγούν και το ελληνικό σινεμά στη λογική των γρήγορων ρυθμών, των κωμωδιών (που στη συντριπτική τους πλειοψηφία βρίθουν  μεσαίων και κοντινών πλάνων), των γεμάτων ατάκες, διαφημιστικού τύπου διαλόγων, όπως και της ξενοιασιάς, ακόμα κι αν αυτή είναι πασπαλισμένη με κάποια δόση ειρωνείας. Το μπλοκ των εισιτηρίων ξαναγνωρίζουν επανειλημμένα τα εξαψήφια νούμερα της δόξας που είχαν συρρικνωθεί στις αρχές της δεκαετίας του ’70.

Οι νέες τεχνολογίες και το ψηφιακό σινεμά δίνουν τη δυνατότητα αύξησης της παραγωγής  αναζήτησης νέων προσανατολισμών και εδραίωσης ενός δημιουργικού διαλόγου με την τηλεόραση. Τη δραστηριότητα επιτείνουν οι ευρωπαϊκές συμπαραγωγές που διευκολύνονται με τα ταμεία Eurimages και Eurofound, τα οποία ανοίγουν νέες προοπτικές για τον κινηματογράφο της Ευρώπης. Οι δυνατότητες ψηφιακής λήψης και επεξεργασίας της εικόνας μειώνουν δραστικά το κόστος παραγωγής, δίνουν σε περισσότερους νέους την ευκαιρία να ασχοληθούν με μια τέχνη που μέχρι πρότινος θεωρούνταν «απαγορευτική » λόγω του υψηλού της κόστους, ενώ ταυτόχρονα εξοικειώνουν πολλούς επίδοξους σκηνοθέτες με τα εκφραστικά μέσα της έβδομης τέχνης, απαλλάσσοντάς τους από τις πιέσεις ενός απαιτητικού συστήματος παραγωγής. Στο αναμφισβήτητα νέο αυτό σκηνικό που διαμορφώνεται, το γεμάτο δυνατότητες και παγίδες , γεννιέται ο κινηματογράφος που θα συζητήσουμε αύριο…

  1. Το ιστορικό πλαίσιο

Το παρακάτω παράθεμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενισχυτικά στην πρώτη δραστηριότητα.

Οι προσπάθειες αποδυνάμωσης της ελληνικής κοινότητας στην Κωνσταντινούπολη παρατηρούνται ήδη από το 1932. Αρχικά, η τουρκική κυβέρνηση απαγόρευσε πλήθος επαγγελμάτων (νόμος 2007/1932), ακολούθησε η επιστράτευση στα τάγματα εργασίας το 1941, ο Φόρος Ευμάρειας (Βαρλίκι, 1942–1944) και φυσικά οι βιαιότητες της νύχτας της 6ης Σεπτεμβρίου 1955.

Έτσι, η κυβέρνηση του Ισμέτ Ιίνονού ενεργοποίησε τον Μάρτιο του 1964 ένα ισχυρό σχέδιο με σκοπό τη διάλυση της ελληνικής κοινότητας στην Κωνσταντινούπολη. Βασικό ρόλο στις απελάσεις έπαιξε η αναζωπύρωση του κυπριακού ζητήματος, που οδήγησε στην επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και, μεταξύ άλλων, στις μαζικές απελάσεις των Ελλήνων από την Πόλη. Την αφορμή έδωσε η πρωτοβουλία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου για την τροποποίηση 13 σημείων του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1963, σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης της δυσλειτουργίας που παρατηρούταν στην διακυβέρνηση του νεοσύστατου κράτους.

Με αφορμή τα παραπάνω, τον Δεκέμβριο του 1963 ξέσπασαν βίαια επεισόδια μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε τη παρέμβαση των αγγλικών δυνάμεων για να αποφευχθεί η αλληλοσφαγή στο νησί και η απόβαση τουρκικών δυνάμεων για την οποία η Άγκυρα είχε ήδη απειλήσει τόσο την Αθήνα όσο και το ΝΑΤΟ . Ωστόσο, παρά την υπογραφή συμφωνίας στη Λευκωσία για τον τερματισμό των εχθροπραξιών και την ανταλλαγή αιχμαλώτων, οι εχθροπραξίες συνεχίζονταν. Ο τουρκικός τύπος δημοσίευε καθημερινά φρικιαστικές εικόνες Τούρκων δολοφονημένων από την ΕΟΚΑ, ενώ παράλληλα οι Ελληνοκύπριοι υφίσταντο τη δράση της Δύναμη της Τουρκικής Αντίστασης.

 Παράλληλα, η Τουρκία αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ως ομήρους τους Έλληνες που ζούσαν στην Τουρκία, με στόχο να πείσει την ελληνική κυβέρνηση να διαπραγματευτεί με τους όρους που θα έβαζε η Άγκυρα.

Συνεπώς, αν και η σύμβαση «Περί της Ανταλλαγής των Ελληνικών και Μουσουλμανικών Πληθυσμών» που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Διεθνούς Συνθήκης της Λωζάνης όριζε ρητά στο άρθρο 2 ποιοι ήταν οι εξαιρούμενοι από την ανταλλαγή Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης («Θέλουσι θεωρηθεί ως Έλληνες της Κωνσταντινουπόλεως, πάντες οι Έλληνες οι εγκατεστημένοι ήδη προ της 30ης Οκτωβρίου 1918, εν τη περιφέρεια της Νομαρχίας της Κωνσταντινουπόλεως, ως αυτή καθορίζεται διά του νόμου του 1912»), η Τουρκία θεώρησε ότι μόνο οι μειονοτικοί Τούρκοι υπήκοοι παρέμεναν στην Πόλη βάσει της Σύμβασης της Λωζάνης του 1923, ενώ οι Έλληνες παρέμεναν στην Πόλη βάσει της Ελληνοτουρκικής Σύμβασης του 1930.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι Έλληνες Κωνσταντινουπολίτες είχαν αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα γιατί οι πρόγονοί τους προέρχονταν από τις επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που είχαν  προσαρτηθεί στο ελληνικό κράτος από το 1830 και μετά. Οι γηγενείς αυτοί Κωνσταντινουπολίτες είχαν χαρακτηριστεί ως «εγκατεστημένοι» (etablis), το 1927 αριθμούνταν σε 26.431  και οι διατάξεις της Λωζάνης τους επέτρεψαν να παραμείνουν στην Τουρκία. Το 1964 ο αριθμός των Ελλήνων υπηκόων ήταν 12.000, σε σύνολο 90.000 ομογενών  στην Πόλη.

Έτσι, αμέσως μετά την καταγγελία της Σύμβασης, μετά την παραβίαση της Συνθήκης της Λωζάνης περίπου 10.500 Κωνσταντινουπολίτες με ελληνικό διαβατήριο βρέθηκαν έκθετοι. Οι τουρκικές αρχές επικαλούμενες λόγους ασφαλείας άρχισαν τις απελάσεις των Ελλήνων υπηκόων, συντάσσοντας καταλόγους με ονόματα επιφανών προσώπων της μειονότητας, αλλά και άλλων όπως: Δημήτρης Μανίκας (μεσίτης), Διονύσιος Βαρατάς (έμπορος), Νίκος Ορλάνδος (έμπορος). Στους απελαυνομένους επιτρεπόταν να πάρουν μαζί μόνο είκοσι κιλά προσωπικά είδη και 200 λίρες Τουρκίας, ενώ απαγορευόταν ρητά η εξαγωγή οικοσυσκευών, καθώς και τιμαλφών με αξία κειμηλίου. Επίσης, Τούρκοι αστυνομικοί έπαιρναν τους Έλληνες είτε από το σπίτι τους είτε από τον επαγγελματικό τους χώρο, τους οδηγούσαν στην ασφάλεια στο Γραφείο των Ελλήνων και τους ανάγκαζαν να υπογράψουν ότι αποδέχονταν όλες τις ενέργειες απέλασης, ότι ήταν μέλη της Ελληνικής Ένωσης που κατηγορούνταν για πολιτικές ενέργειες κατά του τουρκικού κράτους, ότι είχαν βοηθήσει οικονομικά Ελληνοκύπριους τρομοκράτες και ότι εγκατέλειπαν την Τουρκία οικεία βουλήσει. Ακολούθησαν η εκστρατεία κατά των εμπορικών συναλλαγών με τους Έλληνες και η δήμευση των χρημάτων από τραπεζικούς λογαριασμούς των Ελλήνων υπηκόων.

Οι διωγμοί του 1964-65 δεν αποτέλεσαν καίριο χτύπημα μόνο στους Κωνσταντινουπολίτες Έλληνες υπηκόους, αλλά και γενικά στο σύνολο της ομογένειας στην Τουρκία. Παρά την ύπαρξη κάποιου τυπικού διαχωρισμού, δηλαδή τα 4/5 της ελληνικής μειονότητας είχαν για λόγους κυρίως ιστορικούς τουρκική ιθαγένεια, αλλά μόλις το 1/5 είχε ελληνική ιθαγένεια, οι οικογενειακοί και επαγγελματικοί δεσμοί ανάμεσα στις δύο ομάδες ήταν τόσο στενοί, που στην πράξη η απέλαση των Ελλήνων υπηκόων σήμαινε και την ταυτόχρονη έξοδο ομογενών με τουρκική υπηκοότητα (σύζυγοι, γονείς, παιδιά κ.ά). Αδιαμφισβήτητα η απέλαση των Ελλήνων υπηκόων τα έτη 1964-5 υπήρξε μια από τις πλέον βίαιες και βάναυσες παραβιάσεις της συνθήκης της Λωζάνης. Επίσης, η απέλαση των περίπου 12.000 Ελλήνων της Πόλης υπήρξε μια πράξη μείζονος κλίμακας παραβίασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως του Καταστατικού του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (1950) που η Τουρκία είχε ενστερνιστεί από το 1954.

Χούλια Ντεμίρ & Ριντβάν Ακάρ, Οι τελευταίοι εξόριστοι της Κωνσταντινούπολης (μτφρ. Γιάννης Τόπτσογλου), Αθήνα: Εκδόσεις Τσουκάτου, 2004.

Δράβαλου, Παρασκευή, Η Κωνσταντινούπολη μετά το 1923: μνήμες και μνημεία.

 https://dspace.lib.uom.gr/handle/2159/19624

  1. Τα εκφαστικά μέσα

Το παρακάτω παράθεμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενισχυτικά στην 1η δραστηριότητα, στην ομάδα ερωτήσεων 3.

Οι εικόνες συχνά μας συνεπαίρνουν: τα πλάνα από την Κωνσταντινούπολη, παλιά και νέα, δοσμένα με αγάπη και πίστη, τα μάτια της Ρένιας Λουιζίδου  που στάζουν τρυφερότητα και πόνους, η ονειροπόληση της παιδικής ηλικίας και η ψευδαίσθηση της νηνεμίας που χάνεται με την ενηλικίωση. Υπάρχει ομορφιά, αλλά συχνά μας σφίγγει, σαν παραφορτωμένη συνταγή με πολλά νόστιμα υλικά και μπερδεμένο αποτέλεσμα. Η μουσική που συχνά μας αγκαλιάζει συνάμα μας πνίγει, παραγκωνίζει την ικανότητά μας να συναισθούμε και καδράρει τα συναισθήματά μας με έναν τρόπο συγκεκριμένα απόλυτο, τα βάζει σε πλαίσιο απλοϊκά. Η αφήγηση του Φάνη αποφεύγει την παγίδα των επεξηγήσεων, είναι γλυκιά αλλά απόμακρη,  νιώθεις από το βάρος του συναισθήματος στην οθόνη – σαν μια παλιά ιστορία, ένα παραμύθι για τα παιδιά μας το οποίο θυμόμαστε και δεν το αισθανόμαστε πια παρά συχνά . Ποιος ξέρει, ίσως ο ήρωας να μας μιλάει κάπου από το μέλλον, πάνω από μια μυρωδάτη κατσαρόλα, συμφιλιωμένος με την εξορία, τον θάνατο και το ανακάτεμα των ξινών, πικρών ή γλυκών γεύσεων που μας προσφέρει η ζωή…

Λίλυ Μ.Παπαγιάννη, ΣΙΝΕΜΑ, Νοέμβριος 2003, τεύχος 150

 

4. Η συλλογική μνήμη

Το παρακάτω παράθεμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενισχυτικά στην 1η δραστηριότητα, στην ομάδα ερωτήσεων 3.

Η ταινία, με όχημα το μαγείρεμα των μεζέδων της πολίτικης κουζίνας, τις ηδονικές μυρωδιές των μπαχαρικών και τη μείξη τους, την τελετουργία της προετοιμασίας των φαγητών, την ευωχία των πλούσιων γεύσεων και του συμποσιασμού που σφυρηλατεί άρρηκτους οικογενειακούς και κοινοτικούς δεσμούς, κάνει μια επίκληση στην ατομική και συλλογική μνήμη. Εγκαθιδρύει έναν αναγνωρίσιμο τόπο μνήμης και νοσταλγίας, στον οποίο ο καθείς από τους θεατές ξεχωριστά μπορεί να έχει θέση και αναφορά. Με αφορμή την επικείμενη επίσκεψη του Κωνσταντινουπολίτη παππού στην Αθήνα, η οποία  δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ, παρακολουθεί τον ήρωα και αφηγητή, έναν Έλληνα της Κωνσταντινούπολης, σαραντάρη πλέον, σε μια σειρά ανακλήσεων και αναδρομών σε τόπους και χρόνους. Να μετεωρίζεται ανάμεσα στην Αθήνα που εγκαθίσταται μικρό παιδί και ζει μέχρι σήμερα και στην Πόλη των παιδικών του χρόνων, ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, ανάμεσα στο όνειρο και σ την πραγματικότητα. Η ταινία, με αυτόν τον εναλλακτικό τρόπο διαχείρισης της μνήμης και ερμηνείας του παρελθόντος, χωρίς αναγωγές σε εθνοκεντρικής αντίληψης στερεότυπα, οπτικοποιεί την απρόσμενη και αδόκητη αποστέρηση του γενέθλιου τόπου και την οδυνηρή απώλεια των συνεκτικών δεσμών της παιδικής ηλικίας: των αγαπημένων χώρων, των προσφιλών προσώπων, των καθημερινών πρακτικών και τελέσεων. Των βεβαιοτήτων δηλαδή που συγκροτούν την εικόνα εαυτού, την ταυτότητα και την αίσθηση του «ανήκειν» σε έναν οικείο και αναγνωρίσιμο κόσμο.

Μαρία Μοίρα, «Πολίτικη κουζίνα, ένας τόπος μνήμης», H Aυγή, Αναγνώσεις, 21 Φεβρουαρίου 2016

http://www.avgi.gr/article/10812/6284474/politike-kouzina-enas-topos-mnemes

  1. Η μουσική αφηγείται

Το παρακάτω παράθεμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενισχυτικά στην 1η δραστηριότητα, στην ομάδα ερωτήσεων 3.

 «Η πιο συναρπαστική στιγμή είναι η στιγμή

που προσθέτω τον ήχο…Εκείνη την στιγμή, τρέμω»

Ακίρα Κουροσάβα

 

 Απόσπασμα Α: Η μουσική ενότητα «Ο σταθμός» ξεκινά στο 00:35:16, στο σιδηροδρομικό σταθμό της Κωνσταντινούπολης και ολοκληρώνεται στο 00:38:51 στο τελωνείο της Ελλάδας με την άφιξη του Φάνη, ο οποίος αρχίζει να συνειδητοποιεί τη νέα δύσκολη κατάσταση της ζωής του, που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα βιώματα που απέκτησε μέχρι τότε. Συμπληρώνει τις εικόνες στη δημιουργία έντονων συναισθημάτων ιδιαίτερα με την αύξηση της έντασης (crescendo) καθώς και το πέρασμά της σε μουσική υπόκρουση, όταν δίνεται έμφαση στους διαλόγους του αποχωρισμού ανάμεσα σε παππού καιεγγονό και ανάμεσα στον Φάνη και στη Σαϊμέ. Η μουσική ενότητα ξεκινά με χαμηλή ένταση, συγχρόνως  με την έναρξη της σκηνής του σταθμού. Ακούγεται ακορντεόν (η μελωδία) που συνοδεύεται από κοντραμπάσο  στον πρώτο (ισχυρό) χρόνο του κάθε μέτρου  και ένα έγχορδο (πολίτικο λαούτο) να δίνει το ρυθμικό στοιχείο με δέκατα έκτα * ( σημειωτικός τρόπος ανάδειξης της κινητικότητας του σιδηροδρομικού σταθμού).  Η συγκεκριμένη μουσική ενότητα λειτουργεί συμπληρωματικά ως προς την απόδοση της κορύφωσης του βασικού πολιτικού, ιστορικού και κοινωνικού νοήματος της ταινίας, την απέλαση των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης το 1964. Ο τίτλος της, παράλληλα με τη σκηνή του αποχωρισμού στον σιδηροδρομικό σταθμό, έχοντας πολλαπλή σημασία, νοηματοδοτεί έναν σταθμό στη ζωή των πρωταγωνιστών και κυρίως στη ζωή του μικρού Φάνη, τον ξεριζωμό από τον τόπο καταγωγής τους, τον διωγμό τους.

Απόσπασμα Β: Η μουσική ενότητα «Επιστροφή» αποτελείται και αυτή από δύο μικρότερες μουσικές φράσεις. Ξεκινά από το 1:11:30 και ολοκληρώνεται στο 1:14:57. Είναι μια  σκηνή που εξελίσσεται σε κλειστό χώρο, στο σαλόνι της οικίας του Σάββα Ιακωβίδη στην Αθήνα, μετά από ένα οικογενειακό γεύμα που τελείωσε άδοξα με την απότομη αποχώρηση των καλεσμένων. Η πρώτη φράση, με προτεινόμενη ονομασία το «Νοσταλγία», ξεκινά στο 1:14:08 ως μουσική υπόκρουση με αργό ρυθμό, μονόφωνη και σε χαμηλή ένταση, εκτελεσμένη από βιολοντσέλο. Η πρώτη φράση συνοδεύει τα λόγια του Σάββα, ο οποίος αναπολεί τη ζωή της οικογένειάς του στην Κωνσταντινούπολη, περιγράφει όμως και τη στιγμή της ανακοίνωσης της απέλασής τους εκ μέρους των τουρκικών αρχών. Ο ηθοποιός μονολογώντας κατηγορεί τον εαυτό του που δίστασε και καθυστέρησε μόνο για πέντε δευτερόλεπτα να απορρίψει την πρόταση να αλλαξοπιστήσει. Το αντάλλαγμα θα ήταν η παραμονή όλης της οικογένειας στην Κωνσταντινούπολη  (συναισθηματική λειτουργία). Τελειώνει τον μονόλογό του με τη φράση: «Ο παππούς δεν θα έρθει ούτε αύριο».

Άννα Βλαχοπάνου, Η λειτουργία της μουσικής αφήγησης στην ΠΟΛΙΤΙΚΗ κουζίνα στο ιστορικό συγκείμενο της εποχής,  διπλωματική εργασία, Φλώρινα 2017

 Ο Σκηνοθέτης θυμάται

Γεννήθηκα στην Πόλη το 1957 και ήρθα με την οικογένειά μου στην Ελλάδα με τις απελάσεις του 1964. Ξαναβρέθηκα στην Πόλη μετά από 30 χρόνια ακριβώς, για να δω το παλιό μας σπίτι, το μαγαζί του πατέρα μου και το μπακάλικο του παππού μου.

Όταν χτύπησα την κουδούνι στο σχολείο μου, την πόρτα άνοιξε η δασκάλα μου, η κυρία Αμαλία, που είχα να τη δω από την πρώτη δημοτικού. Και οι δυο παππούδες μου γεννήθηκαν και πέθαναν εκεί. Οι Έλληνες της Πόλης ήταν ενεργά και δυναμικά μέλη μιας υγιούς κοινότητας (και όχι άβουλα και ανεργά μέλη μιας μειονότητας) που είχε την ατυχία να υποστεί τις συνέπειες της σύγκρουσης δυο πολιτικών. Μιας πανεθνικής τουρκικής πολιτικής που με αριστοτεχνικό τρόπο και διαχρονική υπομονή εξολόθρευσε ένα υγιές κομμάτι της κοινωνίας της¸·και μιας κοντόφθαλμης κομματικής ελληνικής πολιτικής που, χωρίς εθνική στρατηγική και όραμα, συνέβαλε ασυνείδητα στη μείωση του πλέον υγιούς τμήματος του  εξελλαδικού Eλληνισμού. Εάν λοιπόν υπάρχει οργή και θυμός σ’ αυτή την ταινία, περισσότερο απευθύνεται στους δικούς μου και όχι στους «εχθρούς» μου…

 Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ κουζίνα είναι μια ιστορία που προσπαθεί να ειπωθεί όπως θα την έλεγε ένας Κωνσταντινουπολίτης σε κάποιον διπλωμάτη που δεν είναι απαραίτητα με το μέρος του…

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ

European Films For Innovative Audience / Designed by Freelance Creative